1.10.09

μισώ τα αύριο, ειδικά αυτά που δεν έρχονται ποτέ

Μισώ τις ιστορίες και τα παραμύθια. Ειδικά αυτά που έχουν τέλος και δε μ' αφήνουν να σκεφτώ. Κι ακόμη ειδικότερα αυτά που έχουν happy end. Μισό λεπτό ρε κύριε. Θες να πεις πως όλοι οι πρίγκηπες ήταν down-to-earth και ψάχνανε για το κλασικό girl next door ή πως όλες οι γαλαζοαίματες ήταν σκάρτες; Και γιατί ο λύκος παρίστενε τη γιαγιά και δε χύμηξε στην Κοκκινοσκουφίτσα να την κατασπαράξει εξαρχής; Τι πρόβλημα έχει; Wannabe λύκαινα; Και οι καλές νεράιδες; Και οι κακές μάγισσες; Τι σκατά θέλουνε και μπλέκονται στα πόδια του απλού κόσμου;
Μισώ τα αύριο κι ειδικά αυτά που δεν έρχονται ποτέ, όπως τα αύριο των παραμυθιών. 100% ευκταία - 0% εφικτά. Ποιος θα ζούσε ποτέ σ' ένα σπίτι με 7 νάνους περιμένοντας λύτρωση (τι άρρωστημένα βίτσια είναι αυτά) και ποιος θα φίλαγε ποτέ μια άγνωστη χωριατοπούλα με κολλημένο μήλο στο λαιμό; Κοροιδευόμαστε τώρα;
Καλά συμφωνώ πως ίσως δεν είμαι κι ο κατάλληλος να μιλάω γι' αυτά. Σίγουρα δεν είμαι prince Charming material. Ούτε royal, ούτε καν elite - η μόνη αφρόκρεμα που ξέρω είναι αυτή στο αφρόγαλα του Haagen Dazs, που είναι και πεντανόστιμη.
Κι αν όλο αυτό πίστεψες πως είναι αλήθεια να με συγχωρείς. Είναι που μου μπασταρδέψανε τα συναισθήματά μου με τα δικά τους και μερικές φορές χάνω την υπομονή και την πίστη μου. Όπως λέει κι η Δημουλά "Μεγάλωσα πολύ για να ονομάζω τα φαινόμενα χωρίς επιφύλαξη, αυτό βροχή, αυτό δάκρυα. [...] έρωτας ή τρόπος να μεγαλώνουμε." - και το μόνο που φοβάμαι είναι πως ίσως έχω μεγαλώσει (πολύ) και δεν το πήρα πρέφα.

σε είδα

Σε είδα σήμερα το πρωί μες το ντουλάπι της κουζίνας, επάνω στη συσκευασία των corn-flakes και κατα το απόγευμα στην τηλεόραση στα νέα, σ' ένα σεισμό στην Ιαπωνία. Κατά το βραδάκι ήρθες και μου έφερες την παραγγελία απ' το φαστφουντάδικο - δεν ήξερα πως οδηγάς μηχανάκι. Έφαγα κι όταν βγήκα να πετάξω τα σκουπίδια ήσουνα πάλι εκεί, μια απ' τις γάτες της γειτονιάς που περίμενε για αποφάγια. Κι όταν σε τάισα καλά καλά ήρθες και μπήκες μέσα στο σαλόνι μου, μέσα σε μια παράσταση επάνω σε ένα Μινγκ μαιμού. Μα δεν αρκέστηκες εκεί. Μ' ακολουθήσεις στο μπάνιο και πήρες τη μυρωδιά του σαμπουάν μου και την αφή του σαπουνιού μου. Κι όταν τελείωσα ξάπλωσες μαζί μου στο κρεβάτι κι έγινες το μαξιλάρι μου.
Από αύριο, σκέφτομαι, μόνο καφέ το πρωί. Κομμένα τα νέα, κομμένα και τα φαστ-φουντ. Όχι πολλά πολλά με τις γάτες και φτάνει με τα βάζα μαιμούδες - σηκώνομαι και πάω και σπάω το βάζο. Άλλη μάρκα σαμπουάν και το σαπούνισμα με σφουγγάρι.
Όσο για το μαξιλάρι αλλαγή καμία. Έτσι κι αλλιώς παραβιάζεις τα όνειρά μου. Δε μπορώ να κόψω και τον ύπνο, δυστυχώ
ς.

θες αύριο να πεθάνουμε μαζί;

(Δεν υπάρχει λογική σειρά σκέψης - ίσως ούτε καν λογική - στο παρακάτω κείμενο. Μονάχα σκέψεις. Κι οι σκέψεις φίλε είναι αδάμαστες κι αδέσποτες. Δεν τις χωράει κανένα σπίτι με σκεπή, κανένας δρόμος που οδηγεί εκεί που λέει η πινακίδα. Τις καβαλάς, γραπώνεσαι από πάνω τους και πας όπου σε πάνε αυτές. Κάποιοι αυτό θα βιαστούν να το ονομάσουν σχιζοφρένεια. Γι' αυτούς όμως δε θα μπορέσουμε ποτέ για έναν απλούστατο λόγο. Δεν θέλουν.)

Άμα δε φοβάσαι το θάνατο, τίποτα δε φοβάσαι. Έτσι λένε. Υπάρχουνε και μερικά παιδιά που δεν τα φοβίζει ο θάνατος, αλλά η ζωή. Κι ο θάνατος φαντάζει σαν ένα απλό στάδιο που θα περάσουμε όλοι μας - άλλοι το λένε τέλος κι άλλοι αρχή. Αυτά τα παιδιά δεν είναι ούτε αυτοκαταστροφικά, ούτε προβληματικά, ούτε καν αντικοινωνικά. Αυτά τα παιδιά είμαστε εμείς ή φίλοι μας ή κάποιοι άγνωστοι. Τα κάνουμε παρέα στο σχολείο ή τα κοροιδεύουμε τα διαλείμματα, λέμε τα Χριστούγεννα τα κάλαντα μαζί ή τα βλέπουμε στην αντίπαλη ομάδα να τα λένε με παιδιά που δεν τα πάμε καθόλου, παίζουμε μαζί τους στο πάρκο - ποδόσφαιρο ή ξύλο, πάμε μαζί για σινεμά ή καφέ ή τα βλέπουμε εκεί όταν πάμε με άλλη παρέα και σε κάποια φάση πρέπει να επιλέξουμε. Αν θα τα μισούμε ή αν θα τα αγαπήσουμε. Αυτές τις δυο επιλογές έχουμε (η τρίτη είναι να τα ζηλεύουμε αλλά αυτό εμπεριέχεται και στις δύο άλλες επιλογές σε διαφορετικές αποχρώσεις). Κάτι ελαφρύτερο - πόσο μάλλον έλλειψη ενδιαφέροντος για τα συγκεκριμένα άτομα - δεν υφίσταται. Δεν τα ενοχλεί καθόλου αυτό. Τα ενοχλεί μονάχα που δε μπορούνε να ζήσουνε κι αυτά φυσιολογικά σαν όλους τους άλλους. Που δε μπορούν να πειραχτούν από τίποτα, να ξαφνιαστούν απ' το απρόσμενο (δεν υπαρχει απρόσμενο), να τους αρέσει ο καφές, να ζητήσουν κάτι απ' τον δίπλα. Καλόβολα παιδιά και συνάμα στενοχωρημένα. Βλέπεις στα μάτια τους τη θλίψη. Αυτή είναι όλη κι όλη η σοφία τους και είναι μεγάλο το τίμημά της. Σου έχει τύχει ποτέ λοιπόν να σκεφτείς το θάνατο σαν λύση; Τότε φίλε δεν ανήκεις σ' αυτά τα παιδιά. Γιατί αυτά τα παιδιά αγαπητέ φίλε (και τονίζω το φίλε επειδή είμαι εδώ για σένα σαν ίσος προς ίσο - σε χρειάζομαι κι εγώ όσο με χρειάζεσαι κι εσύ) δε φοβούνται το θάνατο για ένα λόγο. Κι αυτός βρίσκεται στα μάτια τους. Μάθε με να μη φοβάμαι τη ζωή, να σου μάθω κι εγώ να μη φοβάσαι το θάνατο. Κι αν θες, αύριο πεθαίνουμε μαζί. Όχι από βλακεία. Δεν είναι λύση ο θάνατος όπως κι ο κάθε θάνατος. Αλλά από σοφία. Γιατί κάτι αξίζει να πεθάνει μόνο όταν κάτι καλύτερο θα βγει από αυτό (όπως λένε και πως ο Θεός σε παίρνει πάντοτε στην πιο καλή σου στιγμή). Εγώ το πιστεύω. Τυφλά φυσικά, μα το πιστεύω. Ξέρει Αυτός. Θα μάθω κι εγώ - κι ας μην υπάρχει μικρότερο έψιλον να βάλω στο εγώ.

είδα τον κόσμο ολόκληρο απ' την κορφή ενός δέντρου

Λίγο πιο πάνω. Λίγο πιο δεξιά. Ακόμα λίγο. Όχι, πολύ το πήγες. Πάρ' το λίγο πίσω. Εκεί!
Κάρφωσε τώρα. Όσο πιο δυνατά μπορείς, μη μας πέσει η πρόκα και σπάσει η κορνίζα - δώσαμε τόσα λεφτά. Για τη φωτογραφία που 'χει μέσα μη σε νοιάζει. Μια ανάμνηση είναι. Αν δεν ήταν μελάνι, θα 'τανε σκέψη. Όχι πως το ένα αναιρεί το άλλο - λέμε τώρα.
Δε δείχνει ωραία εκεί κρεμμασμένη η κορνίζα; Διάλεξα το ξύλο να ταιριάζει με το χρώμα του καναπέ. Αν και τώρα που το βλέπω καλύτερα, πολύ μουντή η φωτογραφία. Δεν είχαμε καλύτερη να βάλουμε; Ωραία η ανάμνηση, δε λέω, αλλά τη θυμάμαι πιο ζωντανή, πολύχρωμη.
Να σου πω, βγάλε τη φωτογραφία από μέσα και βάλε μονάχα ένα άσπρο χαρτί.
Α μπράβο! Τώρα μάλιστα. Η κορνίζα δείχνει καλύτερα έτσι. Κι αν μας ρωτήσουνε οι καλεσμένοι μας γιατί δε βάλαμε τίποτα μέσα, ας δουν καλύτερα. Είναι όλες μας οι αναμνήσεις εκεί εκτεθημένες. Ένα δεύτερο κοίταγμα χρειάζεται μονάχα. Και λίγη σκέψη.
Και μπροστά τους θα δουν όλο τον κόσμο, απ' την κορφή ενός δέντρου, κομμένου, εργαστηριακά επεξεργασμένου, άσπρου, λείου, φτιαγμένου για να γράφουμε και να σχεδιάζουμε πάνω ό,τι τραβάει η ψυχή μας - όσο τραβάει η ψυχή μας.