13.8.09

Veni. Vidi. Visa.

Κέρδισες τη ζωή σου πίσω - λες
κατάφερες να σπάσεις τη συμφωνία που' χες δώσει με το διάολο
μα πάλι πίσω εκεί θα πας
στα χαρτιά και στα ξενύχτια, στα αλκοόλ και τα βαριά ναρκωτικά
κι ας μου λες πως είσαι νηφάλιος και χορτάτος από ύπνο
κι ας μου επιδυκνύεις τη World Signia
κι ας ορκίζεσαι πως δεν ξαναευχήθηκες η τύχη να σου αθροίσει εφτάρια.
Τι προσπαθείς να αποδείξεις και σε ποιον;
Θα σε φωνάζω λοιπόν Ντόριαν ή μάλλον Φάουστ ή μάλλον καλύτερα με τ' όνομά σου
ακόμα κι αν πιστεύω πως κι αυτό το' χεις ξεχάσει
όπως ξέχασες εκείνο το Δεκαπενταύγουστο στο σπίτι της γιαγιάς
όπως ξεχασες τα τελευταία Χριστούγεννα ή Χάνουκα ή όπως αλλιώς σας είπε να το λέτε
ο Θεός που σας βάζει ημερομηνίες λήξης και χρυσά αστεράκια για την ορθογραφία.
Μακάρι να μ' έκανες και μενα σαπούνι όταν είχες την ευκαιρία.
Θα μπορούσα τουλάχιστο να προσπαθήσω να σε ξεβρωμίσω.
Μα το παιξες έξυπνα και μ' άφησες κλεισμένο σ' ένα παλάτι
με όλες τις ανέσεις και τις πολυτέλειες
να με πιέζεις να προσκυνήσω κι εγώ τον αντίχριστό σου, τον Αλλάχ σου, το Μάο σου.
Μα το πουλί όσα χρόνια και να το' χεις φυλακισμένο
σαν του ανοίξεις λίγο την πορτούλα του κλουβιού
θα πετάξει μακριά.
Γιατί είναι φύσει ελεύθερο.
Σπίτι του, ο ουρανός.
Αφέντης του, ο εαυτός του.
Και θεός του;
Το άπειρο, αγαπητέ 3V..

μονάχα

Μην το ρωτήσεις αν το δεις ξανά.
Θα σε κάνει και σένα ένα ακόμα απολίθωμα ενάντια στην εξέλιξη.
Ένα ακόμα στερεό αστέρι που δεν πρόκειται να πέσει όσο κι αν εύχεσαι.

Και θα πιστέψεις τότε πως τούτο είν' η μοίρα σου, τούτο η ζωή σου.
Μα μη μικροπιάνεσαι - πολλή ακόμα η αναπνοή σου.
Έχεις δρόμο εσύ σου έλεγα
κι ας πέθαινα μετά σε κάθε σου σιωπή.

Και δε με νοιάζει να πεθαίνω
-ούτε κι εσένα πρέπει-
Μονάχα να' χω λόγο ν' ανασταίνομαι.

Αυτό με νοιάζει.